Ελληνίδα στη Γερμανία μετέτρεψε μπαλκόνια και αυλές σε… σκηνικό θεάτρου!

Ήταν μέσα στο λοκντάουν της περασμένης άνοιξης στη Γερμανία, όταν η Αγγελική Γκαλμπένη, καθισμένη στο μπαλκόνι του σπιτιού της και αναλογιζόμενη πώς θα μπορούσε να σπάσει τον …πάγο, που οι έκτακτες συνθήκες του κορονοϊού είχαν επιβάλλει στην καλλιτεχνική έκφραση και δη στο θέατρο, που και η ίδια υπηρετεί ως σκηνοθέτρια αλλά και ηθοποιός, είχε μια πρωτότυπη ιδέα.

Είδε το μπαλκόνι της ως θεωρείο θεάτρου και τον κήπο του σπιτιού της που απλωνόταν μπροστά της ως σκηνή, και σκέφτηκε ότι ένα κινητό θέατρο, όπου οι ηθοποιοί θα παίζουν στην αυλή ή τον κήπο και οι θεατές θα παρακολουθούν από τα μπαλκόνια τους, θα μπορούσε να είναι η λύση για μια εναλλακτική θεατρική παράσταση εν μέσω covid.

Η Ελληνίδα σκηνοθέτρια δεν έχασε χρόνο, σήκωσε τα μανίκια κι άρχισε ν’ αναζητεί ηθοποιούς για ν’ ανεβάσουν το έργο «Ο κατά φαντασίαν ασθενής» του Μολιέρου, μέσω μιας ομάδας στο facebook για τους ηθοποιούς στη Γερμανία.

Η ανταπόκριση ήταν μεγάλη κι αφού έγινε η επιλογή οχτώ εκ των υποψηφίων, η παράσταση από …σχέδιο επί χάρτου άρχισε να παίρνει σιγά σιγά «σάρκα και οστά».

«Διανύαμε μια περίοδο απραξίας, που δεν ξέραμε τι θα γίνει. Ήταν τότε που μού ήρθε η ιδέα για μια παράσταση, στην οποία οι θεατές θα είναι στα μπαλκόνια, όπως στα θεωρεία ενός θεάτρου, κι εμείς θα παίζουμε στην αυλή ή τον κήπο, τηρώντας τις απαραίτητες (λόγω covid) αποστάσεις. Βρήκα κι άλλους ηθοποιούς, που χάρηκαν όταν είδαν ότι θα γίνει κάτι. Κατέληξα σε οχτώ άτομα κι αρχίσαμε, διαδικτυακά αρχικά, τις πρόβες.

Ξεκίνησε η ονλάιν ανάγνωση και μετά, όταν έπρεπε να ανεβάσουμε το έργο σήκωσα όλα τα έπιπλα από το σπίτι και υποδυόμενη εγώ όλους τους ρόλους έκανα πρόβες με κάθε έναν ηθοποιό ξεχωριστά. Μετά αρχίσαμε κάθε Κυριακή να βρισκόμαστε σε ένα πάρκο, τον Μάρτιο του 2021, και σιγά σιγά αρχίσαμε να παίζουμε. Ήταν σίγουρα μια διαφορετική εμπειρία», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Γκαλμπένη.

Γεννημένη στην Ελλάδα αλλά έχοντας ζήσει στη Γερμανία για κάποια χρόνια ως παιδί, το 2016 αποφάσισε να επιστρέψει στις παιδικές της αναμνήσεις, όπως λέει χαρακτηριστικά, στο Ντίσελντορφ, έχοντας στο βιογραφικό της σπουδές στη Γερμανική Φιλολογία, την υποκριτική (στη σχολή Ανδρέα Βουτσινά στη Θεσσαλονίκη), την ψυχολογία και το μάρκετινγκ. Πνεύμα ανήσυχο, που δεν της αρέσει να επαναπαύεται, αλλά προτιμά να είναι σε μια διαρκή διαδικασία δημιουργικής αναζήτησης, εργάστηκε αρχικά ως ηθοποιός σε γερμανικά έργα αλλά στη συνέχεια την κέρδισε η σκηνοθεσία.

Το ανήσυχο πνεύμα της ήταν εκείνο που την έκανε ν’ αναζητήσει δημιουργικές διεξόδους μέσα στις νέες συνθήκες που έφερε στην καθημερινότητα όλων ο κορονοϊός κι έτσι δημιούργησε ένα κινητό κατ’ ουσίαν θέατρο.

«Μας καλούσαν σε αυλές ή σε κήπους και παίζαμε. Δεν κάναμε πολλή διαφήμιση καθώς υπήρξε μεγάλη ανταπόκριση από τους ίδιους τους ανθρώπους που μας παρακολουθούσαν και η φήμη του θεάτρου εξαπλώθηκε από στόμα σε στόμα», σημειώνει η κ. Γκαλμπένη κι εξηγεί πως οι θεατές των πρωτότυπων αυτών παραστάσεων ήταν τριών ειδών.

«Υπήρχαν αυτοί που δεν είχαν σκεφτεί ποτέ να πάνε στο θέατρο και το έβρισκαν πλέον μπροστά τους, με αποτέλεσμα αυτό να είναι μια καλή διαφήμιση για το ίδιο το θέατρο. Υπήρχαν επίσης εκείνοι που πήγαιναν στο θέατρο πριν από τα μέτρα για την πανδημία, αλλά τότε που ήταν όλα κλειστά είχαν μείνει μόνο με την τηλεόραση για διασκέδαση και διψούσαν για θεατρικές παραστάσεις. Ένα άλλο είδος θεατών ήταν αυτοί σε προχωρημένη ηλικία ή με προβλήματα υγείας που δεν μπορούν να βγουν από το σπίτι και να νιώσουν τη χαρά του θεάτρου», αναφέρει.

Από την τελευταία αυτή κατηγορία προέρχεται και η πιο δυνατή ανάμνησή της από τις υπαίθριες κινητές παραστάσεις, που ακόμη την κάνει και ανατριχιάζει, όπως χαρακτηριστικά λέει.

«Σ’ έναν κήπο όπου παίζαμε, στο ισόγειο έμενε μια γυναίκα με τη μαμά της που είχε αλτσχάιμερ. Η ηλικιωμένη κοιτούσε και μόλις κατάλαβε πως ήταν θέατρο αυτό που θα δει, έλαμψε το πρόσωπό της κι άρχισε να λέει στην κόρη της: αυτοί παίζουν θέατρο, είναι “ο κατά φαντασίαν ασθενής”, τού Μολιέρου. Και η κόρη της έκλαιγε κι έκλαιγε από συγκίνηση και η μαμά της, όταν στο τέλος πήγαμε να τις χαιρετίσουμε. Η κόρη της δεν το πίστευε που ξαναείδε τη μαμά της να επικοινωνεί ύστερα από τόσο χρόνια.

Το ξέραμε ότι υπήρχαν αυτοί οι άνθρωποι, αλλά βλέποντας να συμβαίνει κάτι τέτοιο, καταλαβαίνεις πόσο θεραπευτικό είναι το θέατρο για την ψυχή του ανθρώπου», εξιστορεί η κ. Γκαλμπένη. Ήταν, μάλιστα, τόσο δυνατή αυτή η εμπειρία που, όπως λέει, «μέσα στον χειμώνα θα παίζουμε σε γηροκομεία ή οίκους ευγηρίας γι’ αυτό το κοινό που δεν πηγαίνει στο θέατρο και στο οποίο μπορούμε να συνεχίσουμε να προσφέρουμε κάτι».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, europolitis.eu