Μεγάλο ενδιαφέρον έχουν τα αποτελέσματα δημοσκόπησης σχετικά με το τι πιστεύουν οι οπαδοί του Ντόναλντ Τραμπ στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα για τα γεγονότα των τελευταίων μηνών στις ΗΠΑ, ειδικά όσον αφορά τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου και την εισβολή ακροδεξιών οπαδών του στο κτίριο του Αμερικανικού Κογκρέσου στις 6 Ιανουαρίου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία από τη δημοσκόπηση των Reuters/Ipsos, σε δείγμα 1.005 ενηλίκων, που διενεργήθηκε διαδικτυακά, στην αγγλική γλώσσα, σε όλες τις πολιτείες των ΗΠΑ στις 30-31 Μαρτίου, οι ψευδείς και παραπλανητικές πληροφορίες που διακινούν τόσο ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ όσο και οι Ρεπουμπλικάνοι οπαδοί του προκειμένου να υποβαθμίσουν το περιστατικό της 6ης Ιανουαρίου, που είχε ως αποτέλεσμα πέντε άνθρωποι να χάσουν τη ζωή τους και δεκάδες να τραυματιστούν, έχουν βρει γόνιμο έδαφος.
Τρεις μήνες μετά την εισβολή πλήθους υποστηρικτών του Τραμπ στο Καπιτώλιο, με στόχο να προσπαθήσουν να ανατρέψουν την ήττα του στις εκλογές του Νοεμβρίου, περίπου οι μισοί από τους Ρεπουμπλικάνους πιστεύουν ότι η πολιορκία ήταν κατά βάση μια μη βίαιη διαδήλωση ή ήταν έργο αριστερών ακτιβιστών «που προσπαθούσαν να εμφανίσουν τον Τραμπ ως κακό», σύμφωνα με τη δημοσκόπηση των Reuters/Ipsos.about:blank
Έξι στους 10 Ρεπουμπλικάνους πιστεύουν επίσης ότι τον ψευδή ισχυρισμό που διατύπωσε ο Τραμπ ότι «του έκλεψαν» τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου λόγω εκτεταμένης εκλογικής νοθείας, και το ίδιο ποσοστό Ρεπουμπλικάνων θεωρούν ότι θα πρέπει να είναι και πάλι υποψήφιος το 2024.
Μετά την επίθεση στο Καπιτώλιο, ο Τραμπ, πολλοί από τους συμμάχους του εντός του Ρεπουμπλικανικού κόμματος και προσωπικότητες σε δεξιά μέσα ενημέρωσης έχουν δημοσίως σκιαγραφήσει μια εικόνα για τα γεγονότα εκείνης της ημέρες που έρχονται σε κραυγαλέα αντίθεση με την πραγματικότητα.
Εκατοντάδες από τους υποστηρικτές του Τραμπ, μεταξύ των οποίων και μέλη οργανώσεων που υιοθετούν τις θεωρίες της λευκής υπεροχής, όπως οι Proud Boys, που κινητοποιήθηκαν από τους ψευδείς ισχυρισμούς του πρώην προέδρου για εκλογές που «κλάπηκαν», σκαρφάλωσαν τοίχους στο κτίριο του Καπιτωλίου και έσπασαν παράθυρα για να μπουν σε αυτό ενώ οι βουλευτές που ήταν μέσα ψήφιζαν για να επικυρώσουν την εκλογική νίκη του προέδρου Τζο Μπάιντεν.
Σε συνέντευξή του στο Fox News, ο Τραμπ δήλωσε ότι οι ταραξίες αποτέλεσαν «μηδενική απειλή», ενώ γνωστοί Ρεπουμπλικάνοι, όπως ο γερουσιαστής Ρον Τζόνσον από το Γουισκόνσιν, έχουν δημοσίως εκφράσει αμφιβολίες για το εάν πίσω από τις ταραχές βρίσκονται υποστηρικτές του Τραμπ.
Τον περασμένο μήνα, 12 Ρεπουμπλικάνοι στη Βουλή των Αντιπρόσωπων τάχθηκαν κατά ψηφίσματος προς τιμήν των αστυνομικών του Καπιτωλίου που υπερασπίστηκαν το κτίριο κατά τη διάρκεια της εφόδου, με έναν βουλευτή να υποστηρίζει ότι αντιτίθεται στη χρήση της λέξης «στάση» για να περιγραφεί το περιστατικό.
Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση Reuters/Ipsos, ένας μεγάλος αριθμός των απλών μελών του Ρεπουμπλικανικού κόμματος έχουν υιοθετήσει αυτό το μύθευμα.
Την ώρα που το 59% όλων των Αμερικανών -ανεξαρτήτως του κόμματος που υποστηρίζουν- δηλώνουν ότι ο Τραμπ φέρει κάποια ευθύνη για την επίθεση, μόνο τρεις στους δέκα Ρεπουμπλικάνους συμφωνούν με αυτό. Οκτώ στους δέκα Δημοκρατικούς και έξι στους 10 ανεξάρτητους απορρίπτουν τους ψευδείς ισχυρισμούς ότι η πολιορκία στο Καπιτώλιο ήταν «κυρίως ειρηνική» ή ότι έγινε από αριστερούς διαδηλωτές.
«Οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν τη δική τους εκδοχή της πραγματικότητας», σύμφωνα με τον ειδικό σε θέμα κοινής γνώμης στο πανεπιστήμιο Vanderbilt University, Τζον Γκιρ. «Είναι τεράστιο πρόβλημα. Η δημοκρατία απαιτεί λογοδοσία και η λογοδοσία απαιτεί αποδείξεις».
Η άρνηση του Τραμπ και επιφανών Ρεπουμπλικάνων να αποκηρύξουν τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου αυξάνει την πιθανότητα να συμβεί και πάλι παρόμοιο περιστατικό, εκτιμά από την πλευρά της η Σούζαν Κορκ, διευθύντρια του Intelligence Project στην οργάνωση νομικής υπεράσπισης Southern Poverty Law Center, που παρακολουθεί την κινητικότητα ομάδων μίσους. «Αυτός είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος –να θεωρηθεί κανονικότητα αυτή η συμπεριφορά», επισημαίνει. «Πιστεύω πράγματι ότι πρόκειται να δούμε περισσότερη βία».
Και φαίνεται ότι επιβεβαιώνεται η ανησυχία της, καθώς την περασμένη Παρασκευή, ο οδηγός ενός αυτοκινήτου έριξε το όχημά του πάνω σε αστυνομικούς της φρουράς του Καπιτωλίου, σκοτώνοντας έναν αστυνομικό και τραυματίζοντας έναν άλλο, προτού πέσει νεκρός από πυρά των δυνάμεων επιβολής της τάξης.
Η Αλι Κάρολ, εκπρόσωπος της Ρεπουμπλικανικής Εθνικής Επιτροπής, δήλωσε ότι τα μέλη της καταδίκασαν την επίθεση στο Καπιτώλιο, θυμίζοντας σχετική ανακοίνωση της 13ης Ιανουαρίου από την πρόεδρο Ρόνα ΜακΝτάνιελ. «Η βία δεν έχει θέση στα πολιτικά μας πράγματα…Αυτοί που πήραν μέρος στην επίθεση στο Καπιτώλιο του έθνους μας και αυτοί που συνεχίζουν να απειλούν με βία θα πρέπει να βρεθούν, να λογοδοτήσουν και να διωχθούν στο μέγιστο βαθμό που επιτρέπει ο νόμος», είχε δηλώσει η ΜακΝτάνιελ, ωστόσο εκπρόσωπος του τέως προέδρου των ΗΠΑ δεν απάντησε σε αιτήματα για σχόλιο.
Οι πολιτικοί αναλυτές στις ΗΠΑ εκτιμούν ότι υπάρχει μια εν εξελίξει εκστρατεία παραπληροφόρησης με στόχο να υποβαθμιστεί η ανταρσία και ο ρόλος του Τραμπ, συνέπεια της αυξανόμενης συναίνεσης εντός του Ρεπουμπλικανικού κόμματος ότι οι τύχες του παραμένουν δεμένες με τον Τραμπ και την πιστή του βάση.
Άλλωστε, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση Reuters/Ipsos, ο Τραμπ παραμένει η πλέον δημοφιλής προσωπικότητα εντός του κόμματος, με 8 στους 10 Ρεπουμπλικάνους να συνεχίζουν να έχουν ευνοϊκή άποψη για τον ίδιο.
«Οι Ρεπουμπλικάνοι του Κογκρέσου έχουν εκτιμήσει ότι χρειάζονται να εκμεταλλευθούν στο έπακρο τους ψηφοφόρους του Τραμπ για να κερδίσουν», δήλωσε ο Τιμ Μίλερ, πρώην εκπρόσωπος του υποψήφιου για το προεδρικό χρίσμα του ρεπουμπλικανικού κόμματος Τζεμπ Μπους. «Ότι αυτός είναι ο δρόμος που θα οδηγήσει πίσω στην πλειοψηφία».
Η ευκαιρία για να αποστασιοποιηθεί το ίδιο το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα από τον Τραμπ φαίνεται να έχει χαθεί, δήλωσε ο Μίλερ.
«Υπήρχε μια ευκαιρία μετά την 6η Ιανουαρίου για τους επικεφαλής των Ρεπουμπλικανών να πατήσουν πόδι και να πουν “Δεν μπορούμε να είμαστε το κόμμα των στασιαστών”», δήλωσε o Μίλερ. «Τώρα αυτή η ευκαιρία χάθηκε τελείως».
Ταυτόχρονα, οι Ρεπουμπλικάνοι στο Κογκρέσο δεν φαίνεται να έχουν απομακρυνθεί ιδιαίτερα από τον Τραμπ. Αμέσως μετά την αιματηρή πολιορκία στο Καπιτώλιο, 147 Ρεπουμπλικάνοι βουλευτές τάχθηκαν κατά της επικύρωσης της εκλογικής νίκης του Μπάιντεν ενώ όταν η Βουλή των Αντιπροσώπων, την οποία ελέγχουν οι Δημοκρατικοί, παρέπεμψε τον Τραμπ με το ερώτημα της καθαίρεσης για «υποκίνηση ανταρσίας», η Γερουσία τον απάλλαξε από τις κατηγορίες καθώς μόλις έξι Ρεπουμπλικάνοι ψήφισαν εναντίον του.
Την περασμένη εβδομάδα, ο Ρεπουμπλικάνος, μέλος του Κογκρέσου, Τζιμ Μπανκς από τη Ιντιάνα δήλωσε ότι το κόμμα πρέπει να φροντίσει τους ψηφοφόρους της εργατικής τάξης που αποτελούν την πολιτική βάση του Τραμπ ενόψει των κρίσιμων ενδιάμεσων εκλογών της επόμενης χρονιάς που θα καθορίζουν ποιος θα έχει τον έλεγχο του Κογκρέσου.
«Τα μέλη που θέλουν να αντικαταστήσουν τους ψηφοφόρους της εργατικής τάξης διότι απεχθάνονται τον αντίκτυπο του προέδρου Τραμπ… κάνουν λάθος», έγραψε σε σημείωμά του προς τον Κέβιν ΜακΚάρθι, επικεφαλής των Ρεπουμπλικάνων στην Βουλή των Αντιπροσώπων.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, μόνο 3 περίπου στους 10 ανεξάρτητους δήλωσαν ότι έχουν θετική γνώμη για τον Τραμπ, ένα από τα πιο χαμηλά ποσοστά που έχει καταγραφεί από τότε που ήταν πρόεδρος. Επίσης, περίπου 60% των Αμερικανών πιστεύουν ότι ο Μπάιντεν κέρδισε δίκαια τις εκλογές του Νοεμβρίου και πιστεύουν ότι ο Τραμπ δεν θα πρέπει να είναι ξανά υποψήφιος.
Επίσης, ο Ρεπουμπλικάνος βουλευτής Άνταμ Κίζινγκερ του Ιλινόις, από τους κορυφαίους επικριτές του Τραμπ στο Κογκρέσο, έχει ασκήσει κριτική στις πιέσεις να ξαναγραφτεί η Ιστορία της επίθεσης στο Καπιτώλιο. Όπως σημειώνει, η προσπάθεια παραπληροφόρησης είναι «μια τόσο επικίνδυνη, αηδιαστική ερμηνεία της πραγματικότητας», «και αυτό που είναι χειρότερο είναι πως τόσοι πολλοί στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα δεν την αμφισβητούν».
Πηγή: efsyn.gr