Η μείωση του ΦΠΑ στη Γερμανία θεωρείται η αιχμή του δόρατος του νέου αναπτυξιακού πακέτου της γερμανικής κυβέρνησης. Ειδικοί αμφισβητούν ωστόσο την αποτελεσματικότητα του μέτρου. Έρευνες τούς επιβεβαιώνουν.
Θεωρείται η αιχμή του δόρατος του νέου αναπτυξιακού πακέτου της κυβέρνησης Μέρκελ. Ο λόγος για την ιδιαίτερα προβληθείσα από κυβερνητικά στελέχη μείωση του ΦΠΑ (ισχύει από την 1η Ιουλίου και μέχρι το τέλος του χρόνου) από το 19% στο 16%, με παράλληλη μείωση και του χαμηλού συντελεστή από το 7% στο 5%. Πολλοί ειδικοί αμφιβάλουν ωστόσο για την αποτελεσματικότητα του μέτρου και απαντούν αρνητικά στο ερώτημα εάν η κυβέρνηση δαπανά οικονομικώς ορθολογικά τα 20 περίπου δισεκατομμύρια που χάνει σε φορολογικά έσοδα.
Μεταξύ αυτών και ο οικονομολόγος Γκάμπριελ Φελμπερμάιρ: «Η μείωση του ΦΠΑ ήρθε απροσδόκητα και στηρίζεται στην προβληματική υπόθεση που υποστηρίζει ότι η ανάκαμψη στη Γερμανία προσκρούει στην έλλειψη αγοραστικής δύναμης. Σε περίπτωση μη μετακύλισης του μειωμένου ΦΠΑ στις τιμές καταναλωτή ευνοούνται μεν οι ίδιες οι επιχειρήσεις. Ωστόσο δεν διασφαλίζεται ότι πρόκειται για εκείνες που ζημιώθηκαν περισσότερο από την κρίση της πανδημίας» αναφέρει ο πρόεδρος του Ινστιτούτου για την Παγκόσμια Οικονομία.
Σε παρόμοια ανάγνωση προχωρά και ο επιφανής γερμανός οικονομολόγος και πρώην «σοφός» της γερμανικής οικονομίας Πέτερ Μπόφινγκερ. «Θα αξιοποιούσα αυτό το εργαλείο πιο στοχευμένα συνδράμοντας τις επιχειρήσεις που έχουν υποστεί ιδιαίτερα βαρύ πλήγμα» είπε πρόσφατα σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Mannheimer Morgen. Σούπερ μάρκετ και ηλεκτρονικό εμπόριο είναι ούτως οι άλλως οι νικητές της κρίσης όπως λέει. «Γιατί να βοηθήσω τώρα ειδικά αυτούς ακόμη περισσότερο; Έχω τις αμφιβολίες μου».
Τι δείχνει νέα έρευνα
Μια νέα έρευνα έρχεται να επιβεβαιώσει τις εκτιμήσεις των ειδικών. Σύμφωνα με δημοσκόπηση που διενήργησαν το Ινστιτούτο Leibniz σε συνεργασία με την εταιρία Nielsen που ειδικεύεται σε έρευνες αγοράς, το 89% των 7.500 συμμετεχόντων νοικοκυριών στην έρευνα δεν σχεδιάζουν μεγάλες αγορές λόγω της μείωσης του ΦΠΑ. Μόλις το 7% δηλώνουν ότι προτίθενται να επισπεύσουν αγορές που είχαν ήδη αποφασίσει ενώ το 4% σχεδιάζει πρόσθετες αγορές λόγω του μειωμένου ΦΠΑ. Στην έρευνα τέθηκε το ερώτημα για αγορές άνω των 250 ευρώ χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η αγορά αυτοκινήτου.
«Διαπιστώνουμε ότι η πρόσφατη μείωση του ΦΠΑ […] δεν φέρνει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα» σχολιάζει ο καθηγητής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Γκαίτε της Φρανκφούρτης Ρόμαν Ίντερστ.
Οι ιδιαίτερα επιφυλακτικές, ως επί το πλείστον, εκτιμήσεις των ειδικών για την αποτελεσματικότητα του μέτρου δεν προκαλούν έκπληξη αν αναλογιστεί κανείς το μέσο κέρδος των νοικοκυριών. Σύμφωνα με σχετικούς υπολογισμούς, στα τακτικά καθημερινά τους ψώνια τα νοικοκυριά εξοικονομούν κατά μέσο όρο μόλις έξι ευρώ το μήνα.
Όπως προκύπτει από τις έρευνες, τα λιγότερα νοικοκυριά στη Γερμανία έχουν πληγεί οικονομικά από την κρίση της πανδημίας. Η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων αισθάνονται ασφαλείς και δεν φοβούνται ούτε πιθανή απώλεια εισοδήματος, αλλά ούτε και της θέσης εργασίας.
Μείωση εισοδήματος δηλώνει το 18%
Το Ινστιτούτο Leibniz και η Nielsen βάζουν εδώ και μήνες στο μικροσκόπιο τα οικονομικά των νοικοκυριών με φόντο την πανδημία. Στις εν λόγω έρευνες μόλις το 18% των συμμετεχόντων δηλώνει μείωση εισοδήματος λόγω της κρίσης. Την ίδια ώρα το 81% δεν καταγράφει καμία απώλεια ενώ το 90% δεν αναμένει επιδείνωση τους επόμενους μήνες. Τελείως διαφορετική είναι ωστόσο η εικόνα στους ελεύθερους επαγγελματίες.
Βάσει της έρευνας, παρά την πρωτοφανή κρίση που βιώνουν τους τελευταίους μήνες πολλοί κλάδοι, όπως η εστίαση ή ο τουρισμός, μέχρι στιγμής δεν επιβεβαιώνονται οι φόβοι για κύμα απολύσεων που είχαν εκφράσει ειδικοί στην αρχή της πανδημίας. Εντούτοις στις τάξεις των εργαζομένων σε καθεστώς μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης εντείνεται ο φόβος της απόλυσης μέσα στους τρεις επόμενους μήνες.
Πάντως για τα έστω και συγκριτικά λίγα γερμανικά νοικοκυριά που πλήττονται από την πανδημία, οι συνέπειες είναι εν μέρει δραματικές. Σύμφωνα με δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα για λογαριασμό της τράπεζας ING, ένας στους πέντε Γερμανούς έχει αξιοποιήσει ήδη αποταμιεύσεις του. Επίσης το 14% δηλώνει ότι έχει καθυστερήσει στην αποπληρωμή ενοικίου ή/και δανείου ενώ το 43% λέει ότι θα αναβάλει καταρχάς μεγάλες αγορές.