Γερμανία: Γολιάθ; ή μήπως όχι

Η Γερμανία είναι η ισχυρότερη οικονομική και πολιτική δύναμη της Ευρώπης και  η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, αλλά η γεωπολιτική της επιρροή και ισχύς είναι παντελώς αναντίστοιχη με την οικονομική. Στην Ε.Ε. επηρεάζει μια ομάδα κρατών της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης, αλλά στον πλανήτη δεν διαθέτει ούτε σημαντικούς δορυφόρους ούτε φανατικούς υποστηρικτές. Αν και συνεισφέρει ετησίως τεράστια ποσά στους προϋπολογισμούς της Ε.Ε. (άνω του   30%), του ΝΑΤΟ ( 2% του ΑΕΠ της) και των  Διεθνών Οργανισμών των Ηνωμένων Εθνών, δεν έχει καταφέρει να αποκτήσει  ισχυρό αποτύπωμα  στη γεωπολιτική σκακιέρα.  Παρά τη γενναιόδωρη συνεισφορά της,  η Γερμανία δεν συμμετέχει ως μόνιμο μέλος στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών,  τα γερμανικά δεν ανήκουν στις επίσημα ομιλούμενες γλώσσες των Ηνωμένων Εθνών, ενώ μεταπολεμικά ελάχιστοι Γερμανοί κατέλαβαν  υψηλές ηγετικές θέσεις στους Διεθνείς Οργανισμούς των Ηνωμένων Εθνών, στο ΝΑΤΟ και σε αυτήν ακόμα την  Ευρωπαϊκή Ένωση.  Πρόκειται για ένα παράδοξο και δυσερμήνευτο φαινόμενο που αντίκειται στους εθιμικούς κανόνες της  διεθνούς πρακτικής.   

Τι είναι αυτό που καθιστά έναν Γολιάθ ανήμπορο να διεκδικήσει αυτά που δικαιούται; Τι συρρικνώνει έναν γερμανικό ποιμενικό στο σώμα ενός κανίς;  Είναι τα ψυχολογικά τραύματα του παρελθόντος και το πληγωμένο εθνικό γόητρο  που προκάλεσαν οι δύο χαμένοι Παγκόσμιοι Πόλεμοι; Είναι η αδυναμία εξαγνισμού από το στίγμα του καταστροφικού ναζισμού;  Είναι τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα μιας Βιομηχανίας που παράγει κορυφαία προϊόντα και στοχεύει στην οικονομική κυρίευση των λαών; Είναι η μεταπολεμική εγωιστική αντίληψη της γερμανικής ευζωϊας, η αδιαφορία για τα πλανητικά και γεωπολιτικά  δρώμενα και η απέχθεια προς κάθε μορφής πολεμική βία ή μήπως  η πολύχρονη έλλειψη ισχυρών πολιτικών  ηγεσιών;

Προσωπικά θα έλεγα ότι όλα αυτά είναι υπεύθυνα για τη σημερινή πλανητική εικόνα της Γερμανίας που εκπέμπεται από τη μεταπολεμική της ταυτότητα.

Ειδικότερα:

Πρώτον, το τίμημα που πλήρωσε η Γερμανία για την απώλεια των δύο Παγκοσμίων Πολέμων ήταν βαρύ και πλήγωσε ανεπανόρθωτα το εθνικό γόητρο και τον γερμανικό εγωϊσμό. Η απώλεια εκατομμυρίων ψυχών, η ολοσχερής καταστροφή των υποδομών, ο διαμελισμός της χώρας και η εγκατάσταση κατοχικών συμμαχικών στρατευμάτων στο έδαφός της δεν είναι γεγονότα που μπορούν να αφομοιωθούν και να ξεπεραστούν εύκολα. 

Δεύτερον, η Γερμανία βιώνει σήμερα την καλύτερη περίοδο της ιστορίας της ως κράτος. Δεν είναι μόνο η ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης και μια από τις ισχυρότερες στον κόσμο. Διαθέτει  ένα από τα καλύτερα πολιτεύματα, μία από τις τελειότερες δημοκρατίες στον κόσμο. Είναι ένα κράτος δικαίου που διαθέτει ένα προηγμένο δίχτυ κοινωνικής προστασίας και ασφάλειας. Κανείς Γερμανός δεν θέλει να γυρίσει στο παρελθόν και να βιώσει τη φτώχεια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης ή τον όλεθρο του ναζισμού. Κανείς Γερμανός δεν επιθυμεί να  απεμπολήσει το επίπεδο της ευζωϊας που πέτυχε και απολαμβάνει και κανείς δεν είναι διατεθειμένος να πολεμήσει για κάποιον άλλον, σύμμαχο ή εχθρό. 

Τρίτον, τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα δεν θέλουν να βιώσουν ξανά την καταστροφή και οι ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής δεν θέλουν να ξαναδούν ερείπια τα εργοστάσιά τους. Γι’ αυτό και κάνουν ότι μπορούν, προωθώντας στην πολιτική ηγεσίες χαμηλού προφίλ, άχρωμες και χειραγωγήσιμες κατά το δοκούν. Τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, με δόλωμα τη συνεισφορά τους στο κοινωνικό κράτος, εξημέρωσαν του αριστερίζοντες Σοσιαλδημοκράτες και  μερικές δεκαετίες αργότερα τους αριστερούς Πράσινους, ενώ δύο φορές υποχρέωσαν σε συγκυβέρνηση τους Χριστιανοδημοκράτες με τους Σοσιαλδημοκράτες.  Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα  άχρωμης, χειραγωγήσιμης ηγεσίας αποτελεί η  περίπτωση της κ. Α. Μέρκελ, που, από μέλος της κομμουνιστικής νεολαίας της Ανατολικής Γερμανίας, προωθήθηκε στην Προεδρία του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος και στην Καγκελαρία, εκτοπίζοντας έναν από τους ισχυρότερους και μακροβιότερους Καγκελάριους της μεταπολεμικής Γερμανίας, ο οποίος, παρεπιμπτόντως, ήταν ο μέντοράς της! 

Από τα παρατεθέντα φρονώ ότι έγιναν κατανοητοί οι λόγοι για τους οποίους η Γερμανία τηρεί ερμαφρόδιτη στάση στα ελληνοτουρκικά και στην επιθετική στάση της Τουρκίας. Στην κατανόηση των λόγων συνηγορούν και τα παρακάτω δεδομένα: Η Γερμανία εξάγει ετησίως στην Τουρκία πολεμικό υλικό και προϊόντα αξίας 40 δις, κάτι που συνδέεται άμεσα με δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας στο έδαφός της και με αξιοσημείωτα βιομηχανικά κέρδη του οικονομικού κατεστημένου της. Επιπλέον, πολλές γερμανικές επιχειρήσεις έχουν μεταφέρει την παραγωγική τους δραστηριότητα στην Τουρκία, λόγω χαμηλού παραγωγικού κόστους. Τέλος, περί τα τρία εκατομμύρια Τούρκοι, από αυτούς που ζουν στη Γερμανία, έχουν αποκτήσει γερμανική υπηκοότητα και αποτελούν σημαντικό εκλογικό μέγεθος. 

πηγή: www.capital.gr , άρθρο του Ανδρέα Μήλιου

* Ο κ. Ανδρέας Μήλιος είναι διδάκτωρ του πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης, οικονομολόγος. Είναι συγγραφέας του βιβλίου “Εταιρική Ταυτότητα και Εικόνα” που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις “ΚΡΙΤΙΚΗ”.