Νέα πρόκληση ασφαλείας για την Ε.Ε.

Αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο και αφού επί μισό αιώνα εκατομμύρια άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους στα πεδία των μαχών, σε πεδιάδες, βουνά και θάλασσες, οι ΗΠΑ ανέλαβαν την «προστασία» της Ευρώπης η οποία, από ήπειρος που είχε αιματοκυλίσει τον κόσμο επί εκατονταετίες, μετατράπηκε σε «καταναλωτή ασφάλειας». Η αντιμετώπιση της σοβιετικής απειλής έγινε περισσότερο αμερικανική υπόθεση, παρότι αυτές που διέτρεχαν άμεσο κίνδυνο ήταν οι ευρωπαϊκές χώρες.

Ολες οι προσπάθειες για τη δημιουργία ευρωπαϊκής αμυντικής ένωσης, ξεκινώντας από το «Σχέδιο Πλεβέν» στις αρχές της δεκαετίας του ’50, κατέληξαν σε αποτυχία, αφού «σκόνταφταν» σε ένα κομβικό ζήτημα που αφορούσε τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας. Με πρόσφατες τις μνήμες των γερμανικών μεραρχιών να προελαύνουν στο μεγαλύτερο τμήμα της Ευρώπης, από το Παρίσι και την Αθήνα ώς τη Βαρσοβία, η σκέψη επανεξοπλισμού της Γερμανίας προκαλούσε τρόμο. Η ισχύς του σοβιετικού μπλοκ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας καθιστούσε την αμερικανική παρουσία απαραίτητη.

Ο σημερινός κόσμος είναι εξαιρετικά διαφορετικός από τον μεταπολεμικό. Το Σύμφωνο της Βαρσοβίας ανήκει στην Ιστορία, πολλές χώρες-μέλη του έχουν ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε., οι προκλήσεις ασφαλείας είναι άλλες.

Η καρδιά του δυτικού κόσμου δεν χτυπάει πλέον στο διχοτομημένο Βερολίνο και οι ΗΠΑ έχουν στραμμένο το μάτι τους στην Ασία και στην Κίνα που απειλεί την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία τους. Ο ενεργειακός χάρτης έχει αλλάξει. Η Ευρώπη και η Μέση Ανατολή δεν έχουν το βάρος που είχαν πριν από κάποιες δεκαετίες. Η «φιλελεύθερη ηγεμονία» (liberal hegemony), που αποτελούσε το αμερικανικό δόγμα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έχει αντικατασταθεί από διμερείς συμμαχίες, με τις ΗΠΑ να μειώνουν την παρουσία τους σε περιοχές στις οποίες διαδραμάτιζαν ισχυρό ρόλο. Αυτό έχει αφήσει χώρο σε δυνάμεις που προσπαθούν να εκμεταλλευθούν το κενό. Η Ρωσία, έχοντας ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις της υπό τον πρόεδρο Πούτιν, έχει ενισχύσει την παρουσία της, ενώ ρόλο φιλοδοξεί να διαδραματίσει και η Τουρκία. Ο Ταγίπ Ερντογάν επιχειρεί την ανασύσταση του χαλιφάτου (η Κωνσταντινούπολη ήταν η τελευταία έδρα του) και την επέκταση της επιρροής της Τουρκίας σε ολόκληρη την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, στον Νότο της Ρωσίας και στην Αφρική.

Η Ευρώπη τι κάνει; Η νέα πραγματικότητα βρίσκει την Ε.Ε. να συνεχίζει να κινείται περισσότερο σε διακρατικό επίπεδο. Τα βήματα που έχουν γίνει σε επίπεδο οικονομικής ενοποίησης (κοινό νόμισμα, θεσμοί) δεν έχουν γίνει και στους τομείς της εξωτερικής πολιτικής και άμυνας. Η κρίση στην Ευρωζώνη, με πρώτο «κρούσμα» την Ελλάδα, είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία νέων κοινών μηχανισμών όπως ο ESM, ενώ, με την ιστορική απόφαση της πρόσφατης Συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η Ε.Ε. προχωράει και σε κοινό δανεισμό, πράγμα αδιανόητο πριν από μερικά χρόνια.

Οι προκλήσεις ασφαλείας που αντιμετωπίζει η Ε.Ε. στην Ανατολική Μεσόγειο μπορούν να συντελέσουν στη στενότερη συνεργασία στους τομείς της εξωτερικής πολιτικής και άμυνας. Η συμπεριφορά της Τουρκίας συνιστά μεγάλη πρόκληση για την ίδια την Ευρώπη και προσφέρεται για την επίδειξη αποφασιστικότητας. Μπορεί να μην υπάρχουν κοινός στρατός και κοινή αμυντική δομή, όμως υπάρχει η δυνατότητα σθεναρής απάντησης. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις δεν είναι οι αδύναμοι παίκτες που περιμένουν τα πάντα από τις ΗΠΑ, ούτε «τα καλύτερα παιδιά της Ιστορίας». Η ευρωπαϊκή ισχύς έχει γίνει ιδιαιτέρως αισθητή κατά καιρούς σε όλες τις ηπείρους. Μπορεί κάθε χώρα να εξακολουθεί να λειτουργεί με γνώμονα πρωτίστως τα στενά εθνικά της συμφέροντα, εξ ου και η διαφορετική στάση απέναντι στην Αγκυρα, αλλά όπως και στους υπόλοιπους τομείς, γίνεται σταδιακά αντιληπτό ότι και τα εθνικά συμφέροντα υπηρετούνται καλύτερα μέσα από την κοινή πορεία.

Γερμανία και Γαλλία, προσηλωμένες σε κοινό στόχο πλέον κι όχι ανταγωνιζόμενες στα πεδία των μαχών, μπορούν να διαδραματίσουν ουσιαστικό ρόλο στη δημιουργία της νέας ευρωπαϊκής αμυντικής δομής. Αν η παρουσία της ευρωπαϊκής ηγεσίας στον Εβρο ήταν ένας ισχυρός συμβολισμός, οι εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο προσφέρονται για ένα ουσιαστικό επόμενο βήμα.

Δημήτρης Τσιόδρας
Καθημερινή