Διαμάχες στη Γερμανία για την πρόταση εξαγοράς της Cosco στο λιμάνι του Αμβούργου

Μια εξαγορά τερματικού σταθμού στο Αμβούργο έχει προκαλέσει τριβές και διενέξεις στο εσωτερικό του κυβερνητικού συνασπισμού στη Γερμανία

Μια εξαγορά τερματικού σταθμού στο Αμβούργο έχει προκαλέσει τριβές και διενέξεις στο εσωτερικό του κυβερνητικού συνασπισμού στη Γερμανία. Πρόκειται για την εξαγορά του 35% του Τόλερορτ, όπως αποκαλείται ο τερματικός σταθμός εμπορευματοκιβωτίων στο λιμάνι του Αμβούργου, που έως τώρα ανήκει στην εταιρεία logistics HHLA. Αιτία των τριβών είναι ότι ο ενδιαφερόμενος αγοραστής, που έχει υποβάλει πρόταση εξαγοράς ύψους 65 εκατ. ευρώ από το περασμένο έτος, είναι η κινεζική Cosco Shipping Ports. Ο υπουργός Οικονομικών έχει ήδη προσπαθήσει να μπλοκάρει την εξαγορά επικαλούμενος τη «στρατηγική σημασία» της εν λόγω υποδομής που, όπως τονίζει, δεν μπορεί να ανήκει σε άλλη χώρα και μάλιστα ανταγωνίστρια, αν όχι αντιπάλου, της Γερμανίας. Εχουν συστρατευθεί μαζί του άλλα υπουργεία, όπως το Αμυνας, το Εξωτερικών και το Εσωτερικών. Στο αντίπαλο στρατόπεδο βρίσκεται, όμως, ο Γερμανός καγκελάριος, Ολαφ Σολτς, που θέλει να προχωρήσει η εξαγορά.

Γερμανικά ΜΜΕ αναφέρουν πως η καγκελαρία κάλεσε τους υπουργούς να επιδιώξουν μια συμβιβαστική λύση, που θα επιτρέψει την ολοκλήρωση της συμφωνίας. Η στάση του κ. Σολτς, όμως, προκαλεί εντάσεις με τους εταίρους του στον κυβερνητικό συνασπισμό, τους Πράσινους και τους Ελεύθερους Δημοκράτες. «Το κινεζικό κομμουνιστικό κόμμα δεν πρέπει να έχει προσβάσεις σε κρίσιμης σημασίας υποδομές της χώρας μας», τόνισε ο Μπιτζάν Ντζιρ Σαράι, γενικός γραμματέας των Ελεύθερων Δημοκρατών, και προσέθεσε πως «δεν μπορούμε να είμαστε αφελείς σχετικά με την κινεζική ηγεσία, που προωθεί συμφέροντα αντίθετα με τα δικά μας». Στο ίδιο πνεύμα και οι αντιδράσεις της Καταρίνα Ντρέγκε, επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Πρασίνων, που τόνισε πως «δεν πρέπει να επαναλάβουμε τα σφάλματα του παρελθόντος και να καταστήσουμε τη χώρα μας εξαρτημένη από μια χώρα που μπορεί να μας εκβιάζει».

Οπως επισημαίνει σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times, η ένταση σχετικά με τον τερματικό σταθμό στο Αμβούργο έρχεται σε μια στιγμή που το Βερολίνο επανεκτιμά συνολικά τις σχέσεις του με την Κίνα, καθώς έχουν ενταθεί οι ανησυχίες πως η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία είναι υπερβολικά εκτεθειμένη στον σημαντικότερο εμπορικό της εταίρο. Η Volkswagen, για παράδειγμα, εξαρτάται από την Κίνα τουλάχιστον για το 50% των ετήσιων κερδών της. Οι Πράσινοι έχουν, άλλωστε, εκφράσει επανειλημμένως ανησυχία για την αυταρχική στροφή που έχει πάρει η Κίνα με την ανάληψη της ηγεσίας από τον πρόεδρο Σι. Τον περασμένο μήνα, μάλιστα, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ, που είναι μέλος του κόμματος των Πρασίνων, δήλωσε ότι τείνει προς το να προβάλει βέτο στη συμφωνία με την Cosco και υπογράμμισε πως δεν μπορούμε «πλέον να είμαστε αφελείς» σε ό,τι αφορά την Κίνα. Σε ό,τι αφορά τον Σολτς, όμως, είναι εντονότατες οι επιφυλάξεις του για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει μια πραγματική «αποσύνδεση» της Γερμανίας από την Κίνα. Συχνά υπογραμμίζει τη σημασία που έχει η κινεζική αγορά για τις γερμανικές επιχειρήσεις. Παράλληλα, έχει ενθαρρύνει τις γερμανικές επιχειρήσεις να διαφοροποιήσουν τις αγορές στις οποίες απευθύνονται. Πηγές προσκείμενες στον καγκελάριο δηλώνουν πάντως πως ο φόβος του κ. Σολτς επικεντρώνεται στο ενδεχόμενο να μην έχουν νομική βάση οι ενστάσεις των γερμανικών υπουργείων. Εχει μάλιστα ζητήσει από τον υπουργό Οικονομικών να εξηγήσει διεξοδικώς τους λόγους των επιφυλάξεών του σχετικά με την εξαγορά. Από την πλευρά της η εταιρεία που ελέγχει ακόμη τον επίμαχο τερματικό σταθμό, η HHLA, έχει δηλώσει πως δεν είχε γνώση του κύματος αντιδράσεων στη συμφωνία και τονίζει πως «η συνεργασία με την Cosco δεν δημιουργεί μονομερή εξάρτηση. Αντιθέτως ενισχύει τις εφοδιαστικές αλυσίδες, διασφαλίζει θέσεις εργασίας και προωθεί τη δημιουργία πλούτου στη Γερμανία».

kathimerini.gr