Ελίζα Βόζεμπεργκ στο “Π”: Η Ελλάδα παράδειγμα για τη Γερμανία

Οι πρόσφατες δηλώσεις του νέου υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας Κρίστιαν Λίντνερ για την ελληνική οικονομία προκάλεσαν, εύλογα, μεγάλη αίσθηση.

Ποιος θα περίμενε, λίγα μόλις χρόνια μετά την περιπέτεια του 2015, ένας γερμανός υπουργός Οικονομικών να δηλώνει ότι η χώρα του «θα πρέπει να παραδειγματιστεί από την εντυπωσιακή μεταρρυθμιστική πολιτική της Ελλάδας, που έχει φέρει την ελληνική οικονομία σε μία νέα πορεία επιτυχίας», συμπληρώνοντας ότι «η Γερμανία οφείλει να εμπνευσθεί και να γίνει τόσο φιλόδοξη, όπως είναι η ελληνική εσωτερική πολιτική»! Μάλιστα οι δηλώσεις Λίντνερ αποκτούν μεγαλύτερη σημασία εάν συνεκτιμηθεί το γεγονός ότι ο νέος υπουργός Οικονομικών πρεσβεύει τη σκληρή γραμμή των Φιλελευθέρων, ως επικεφαλής του κόμματος FDP, και χαρακτηρίζεται πιο προσηλωμένος στους κανόνες της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας ακόμη και σε σύγκριση με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Το φιλικό δείγμα γραφής απέναντι στην Ελλάδα από την πλευρά του γερμανού υπουργού Οικονομικών αλλά και το θετικό κλίμα που καταγράφηκε στο τελευταίο Eurogroup έχουν μεγάλη σημασία για τη χώρα μας, εν όψει της επικείμενης αναθεώρησης των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων. Δημιουργούνται βάσιμες προσδοκίες ότι η Γερμανία, με τον ηγετικό ρόλο που διαδραματίζει στην ΕΕ, δεν θα σταθεί εμπόδιο στην προσπάθεια των κρατών-μελών του Ευρωπαϊκού Νότου για μεγαλύτερη δημοσιονομική ευελιξία. Η πατρίδα μας έχει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την εξέλιξη των συζητήσεων επί του νέου Συμφώνου Σταθερότητας, δοθέντος ότι προσδοκά την έξοδό της από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, επιδιώκει τον ευνοϊκό επαναπροσδιορισμό των πρωτογενών πλεονασμάτων που θα κληθεί να πετύχει τα επόμενα χρόνια και προσβλέπει στη συνέχιση παροχής ρευστότητας από την ΕΚΤ, όταν λήξει το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων λόγω πανδημίας. Όμως μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε η Eurostat η χώρα μας παρουσίασε την καλύτερη επίδοση στην Ευρωζώνη στην αύξηση του ΑΕΠ για το τρίτο τρίμηνο, με ρυθμό ανάπτυξης 13,4%, που αποτελεί την υψηλότερη εγχώρια επίδοση της τελευταίας δεκαετίας, όταν ο μέσος όρος της Ευρωζώνης για την ίδια περίοδο διαμορφώθηκε στο 4%. Καθοριστικό ρόλο για τις θετικές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας διαδραμάτισε το γεγονός ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη, παρά τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες που προκάλεσε η κρίση της πανδημίας, τήρησε απαρέγκλιτα τις δεσμεύσεις της για προώθηση μεταρρυθμίσεων, φοροελαφρύνσεις, μείωση ασφαλιστικών εισφορών και προσέλκυση επενδύσεων. Στην ενίσχυση των ρυθμών ανάπτυξης συνέβαλαν επίσης, σε μεγάλο βαθμό, τα 42 δισ. ευρώ που διέθεσε η κυβέρνηση της ΝΔ για τη στήριξη νοικοκυριών, εργαζομένων, ανέργων και επιχειρήσεων. Είναι εντυπωσιακό ότι στην παγκόσμια κατάταξη για τα μέτρα στήριξης από την πανδημία κατ’ αναλογία ΑΕΠ η Ελλάδα βρίσκεται στην τέταρτη θέση, έχοντας διαθέσει το 29,5% του ΑΕΠ της για τη στήριξη της ελληνικής οικονομίας, μετά την Ιταλία με 45%, την Ιαπωνία με 42% και τη Γερμανία με 41%. Όμως η πιο χειροπιαστή απόδειξη ότι κάτι έχει αλλάξει στην ελληνική οικονομία είναι η έμπρακτη εμπιστοσύνη αγορών και διεθνών επενδυτών. Οι οίκοι αξιολόγησης έχουν ήδη προβεί σε τρεις αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας μας και σε αλλεπάλληλες ευνοϊκές εκθέσεις για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα και δανειζόμαστε με επιτόκιο της τάξεως του 1% στο δεκαετές ομόλογο και με σχεδόν αρνητικά επιτόκια στις εκδόσεις των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου. Επιχειρηματικοί κολοσσοί, όπως η Pfizer, η Volkswagen, η Microsoft, η Cisco και εσχάτως η Amazon, επιλέγουν την Ελλάδα ως ασφαλή επενδυτικό προορισμό. Στο άλλοτε χειμαζόμενο τραπεζικό μας σύστημα καταγράφεται δραστική μείωση «κόκκινων» δανείων και αξιοσημείωτη αύξηση καταθέσεων, που βρίσκονται στο υψηλότερο σημείο της τελευταίας δεκαετίας. Στον κρίσιμο τομέα της αξιοποίησης ευρωπαϊκών κονδυλίων, η Ελλάδα βρίσκεται στην 1η θέση στην απορρόφηση των πόρων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης και στην 3η θέση στο ποσοστό απορρόφησης της συνολικής ενωσιακής στήριξης, όταν μόλις πριν από τρία χρόνια βρισκόταν στη 12η θέση. Με αυτά τα δεδομένα γίνεται αντιληπτό γιατί ο Κρίστιαν Λίντνερ μας θεωρεί παράδειγμα προς μίμηση, όταν μετά από μια τόσο δύσκολη περίοδο για τη χώρα μας η Ελλάδα για την Ευρώπη αποτελεί πλέον μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος.

paron.gr