Η Γερμανία αναγκάζεται να βγει μπροστά

ΟΡώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν πέτυχε ακούσια αυτό για το οποίο οι δυτικοί σύμμαχοι αγωνίζονταν για καιρό: να κάνει τη Γερμανία να ανταποκριθεί στο ρόλο της ως μεγάλης παγκόσμιας δύναμης με μια διεκδικητική εξωτερική πολιτική που υποστηρίζεται από έναν ισχυρό στρατό, παρά την ενοχή της από τον Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως γράφει το πρακτορείο Reuters.

Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς ανακοίνωσε την Κυριακή μια σημαντική αύξηση των στρατιωτικών δαπανών εν μέσω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, σε μια ομιλία που χαρακτηρίζεται ως ιστορική και σηματοδοτεί μια αλλαγή στη γερμανική εξωτερική και αμυντική πολιτική.

Ο Σολτς δήλωσε ότι η Γερμανία από εδώ και στο εξής θα επενδύει πάνω από το 2% της οικονομικής παραγωγής στην άμυνα από περίπου 1,5% που ήταν μέχρι σήμερα, μετά από χρόνια αντίστασης στις εκκλήσεις των συμμάχων στο ΝΑΤΟ για κάτι τέτοιο, και θα δημιουργήσει ένα ταμείο 100 δισ. ευρώ για τον επανεξοπλισμό του στρατού.

“Αυτή η ιστορική ομιλία σηματοδοτεί μια αλλαγή στη γερμανική εξωτερική πολιτική”, δήλωσε ο Thorsten Benner του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Δημόσιας Πολιτικής (GPPi). “Είναι ένα σημείο εκκίνησης για μια περαιτέρω θεμελιώδη επανεξέταση στο πλαίσιο της στρατηγικής εθνικής ασφάλειας της Γερμανίας, η οποία θα πρέπει επίσης να συμπεριλάβει τις προκλήσεις που θέτει η Κίνα σε συνδυασμό με τη Ρωσία”.

Η στάση αυτή τέθηκε υπό έντονη κριτική καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης στην Ουκρανία, οδηγώντας ορισμένους σχολιαστές, να αποκαλέσουν τη Γερμανία ως τον αδύναμο κρίκο της δυτικής στρατιωτικής συμμαχίας του ΝΑΤΟ.

Οι διαδοχικές γερμανικές κυβερνήσεις υποστήριξαν την κατασκευή του αγωγού Nord Stream 2 στη Βαλτική για την μεταφορά φυσικού αερίου από τη Ρωσία απευθείας στη Γερμανία, παρά τις ανησυχίες των δυτικών συμμάχων ότι θα υπονόμευε την ασφάλεια της Ουκρανίας.

Το Βερολίνο αντιστάθηκε επίσης την περασμένη εβδομάδα στις εκκλήσεις να αποκοπεί η Ρωσία από το παγκόσμιο σύστημα πληρωμών SWIFT ως μέρος ενός δυτικού πακέτου κυρώσεων, λέγοντας ότι τότε θα δυσκολευόταν να πληρώσει για το ρωσικό φυσικό αέριο.

Σε μια στροφή 180 μοιρών, ο Σολτς ανέστειλε την περασμένη Τρίτη τον Nord Stream 2 και το Σάββατο συμφώνησε να αποκόψει τη Ρωσία από το SWIFT και δήλωσε ότι η Γερμανία θα ενισχύσει τα αποθέματα άνθρακα και φυσικού αερίου και θα υλοποιήσει γρήγορα τα από καιρό παγωμένα σχέδια για την κατασκευή τερματικών σταθμών υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG).

Αργότερα οι δυνάμεις εκπαιδεύτηκαν κυρίως για αποστολές όπως στο Αφγανιστάν, όπου ο αντίπαλος ήταν ανεπαρκώς εξοπλισμένος και όχι για μια ένοπλη δύναμη με πιο σύγχρονα όπλα.

Ο νέος τριμερής συνασπισμός της Γερμανίας ορκίστηκε κατά την ανάληψη των καθηκόντων του τον Δεκέμβριο να ακολουθήσει μια εξωτερική πολιτική περισσότερο βασισμένη σε αξίες, αντανακλώντας την αυξανόμενη ανησυχία για την άνοδο του αυταρχισμού παγκοσμίως και τις απειλές που προέρχονται από στρατηγικούς αντιπάλους όπως η Κίνα.

Ωστόσο, ο συνασπισμός δεν δεσμεύτηκε να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες. Τις τελευταίες εβδομάδες δέχθηκε επίσης κριτική επειδή αρνήθηκε να παραδώσει όπλα στην Ουκρανία.

Όλα άλλαξαν αυτό το Σαββατοκύριακο

Το Σάββατο ο Σολτς δήλωσε ότι η Γερμανία θα προμηθεύσει την Ουκρανία με 1.000 αντιαρματικά όπλα και 500 πυραύλους εδάφους-αέρος Stinger από τα στρατιωτικά της αποθέματα.

Την Κυριακή ανακοίνωσε ένα νέο ταμείο 100 δισ. ευρώ – αξίας διπλάσιου του περσινού ετήσιου αμυντικού προϋπολογισμού – για τον εκσυγχρονισμό του στρατού της χώρας, συμπεριλαμβανομένης της αγοράς μη επανδρωμένων αεροσκαφών και νέων μαχητικών αεροσκαφών.

“Είναι σαφές ότι πρέπει να επενδύσουμε σημαντικά περισσότερα στην ασφάλεια της χώρας μας, προκειμένου να προστατεύσουμε την ελευθερία και τη δημοκρατία μας”, δήλωσε και πρόσθεσε: “Χρειαζόμαστε αεροπλάνα που πετούν, πλοία που πλέουν και στρατιώτες που είναι βέλτιστα εξοπλισμένοι για τις αποστολές τους”.

Ο Tyson Barker, επικεφαλής του τμήματος Τεχνολογίας και Παγκόσμιων Υποθέσεων στο Γερμανικό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων, δήλωσε: “Η Γερμανία μόλις έγινε μια κανονική δύναμη”.

esquire.com.gr