Μαζεύοντας τρόφιμα για τους άπορους στη Γερμανία

Τριάντα χρόνια δράσης συμπληρώνουν οι “Τράπεζες Τροφίμων” στη Γερμανία. Άνεργοι, συνταξιούχοι, πρόσφυγες, αλλά και μικρά παιδιά προσφεύγουν στις υπηρεσίες τους.

Η πρωτοβουλία “Γυναίκες του Βερολίνου” ήταν η πρώτη που ίδρυσε μία Τράπεζα Τροφίμων στη Γερμανία. Δεν πρόκειται ακριβώς για συσσίτιο, καθώς οι ίδιοι οι εθελοντές της “Τράπεζας” δεν μαγειρεύουν. Απλώς συγκεντρώνουν από διάφορα σούπερ-μάρκετ εκείνα τα τρόφιμα που έχουν βγει από το ράφι και σε διαφορετική περίπτωση θα κατέληγαν στα σκουπίδια. Όπως λέει στην DW η Σαμπίνε Βερτ, από τους πρωτεργάτες της “Τράπεζας”, πριν 30 χρόνια είχε ακούσει για μία αντίστοιχη πρωτοβουλία στη Νέα Υόρκη. “Και τότε είπαμε ότι θα κάνουμε κι εδώ το ίδιο”, λέει η Σαμπίνε Βερτ. “Θα γεμίσουμε ένα τραπέζι γι αυτούς που σε διαφορετική περίπτωση θα το είχαν στερηθεί”.

Η ιδέα διαδόθηκε πολύ γρήγορα. Συνολικά 936 “Τράπεζες” λειτουργούν σήμερα στη Γερμανία. Δύο ή τρεις φορές την εβδομάδα οι εθελοντές παραλαμβάνουν προϊόντα από τα σούπερ-μάρκετ, για να τα διαθέσουν στους δικαιούχους, οι οποίοι όμως πρέπει να έχουν σχετική έγκριση και αναγνώριση από τις αρμόδιες κοινωνικές υπηρεσίες. Έτσι διαλέγουν τα τρόφιμα που χρειάζονται. Ψωμί, λουκάνικα ή μήλα, για παράδειγμα. “Είμαστε σαν τον Ρομπέν των Δασών”, λέει η Σαμπίνε Βερτ. “Παίρνουμε από τους πιο πλούσιους για να δώσουμε στους πιο φτωχούς, πάντα όμως μέσα στα όρια του νόμου”.

Και όμως, υπάρχει φτώχεια

Περίπου δύο εκατομμύρια άνθρωποι καταφεύγουν στις “Τράπεζες”. Δεν είναι όλοι άποροι και άστεγοι. Έρχονται μονογονεϊκές οικογένειες, συνταξιούχοι με πενιχρό εισόδημα, αλλά και πρόσφυγες. Υπάρχουν κι αυτοί που καταφεύγουν στις τράπεζες τροφίμων γιατί υπολογίζουν ότι, αν εξοικονομήσουν λίγα χρήματα από το φαγητό, μπορούν να ικανοποιήσουν και άλλες ανάγκες, για παράδειγμα να αγοράσουν σχολικά είδη για τα παιδιά τους ή ένα εισιτήριο για τον κινηματογράφο.

Αν και η Γερμανία είναι μία από τις πιο πλούσιες χώρες στον κόσμο, το 2022 περίπου 13,8 εκατομμύρια άνθρωποι απειλούνταν από τη φτώχεια. Συνήθως βέβαια γίνεται λόγος για “σχετική” και όχι για “απόλυτη φτώχεια”. Ακόμη και οι πένητες στη Γερμανία δεν λιμοκτονούν, αλλά σίγουρα ικανοποιούν λιγότερες ανάγκες, σε σχέση με άλλους συμπολίτες τους. Δεν έχουν κοινωνική ζωή, δεν μπορούν πάντοτε να εξασφαλίσουν φαγητό για τα παιδιά τους, δεν πηγαίνουν διακοπές, δεν έχουν τις ίδιες δυνατότητες για να μορφωθούν και να εξελιχθούν. 

Το 1993, όταν άνοιξε η πρώτη τράπεζα τροφίμων, το πρόβλημα της φτώχειας δεν γινόταν αντιληπτό, δεν εμφανιζόταν καν στη δημόσια συζήτηση. Επικρατούσε η άποψη ότι δεν υπάρχει φτώχεια στη Γερμανία και ότι όποιος θέλει να δουλέψει, δουλεύει. “Ευτυχώς η νοοτροπία έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία 30 χρόνια”, επισημαίνει η Σαμπίνε Βερτ. “Σήμερα δεν υπάρχει πολιτικό κόμμα ή πολιτική ομάδα που να ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει φτώχεια”.

“Σεισμογράφος” και “καθρέφτης” της κοινωνίας

 Ο επικεφαλής του Συνδέσμου των Τραπεζών Τροφίμων στη Γερμανία, Γιόχεν Μπρυλ, θεωρεί ότι οι πρωτοβουλίες αυτές λειτουργούν ως ενας “σεισμογράφος” της κοινωνίας, που αποτυπώνει τις εξελίξεις. Επιθυμεί μάλιστα να αναμειγνύεται στη δημόσια συζήτηση για τη φτώχεια. “Σε αυτήν την περίπτωση αναλαμβάνουμε και εμείς πολιτικό ρόλο”, λέει ο Γιόχεν Μπρυλ. “Όχι κομματικό, αλλά πολιτικό ρόλο. Είμαστε ένας καθρέφτης της κοινωνίας, δείχνουμε τις αδυναμίες της”.

Ο Πάουλ Χισόν, συνεργάτης της “Τράπεζας” στον οικισμό Άϊτορφ, κοντά στη Βόννη, λέει στην DW ότι “η φτώχεια είναι ένα φαινόμενο με πολλές πτυχές”. Παρατηρεί ότι οι μισοί από όσους προσέρχονται στην Τράπεζα του Άϊτορφ είναι μικρά παιδιά. “Αυτό είναι κάτι που με συγκινεί πολύ”, λέει, βάζοντας το χέρι στην καρδιά.

Χωρίς στήριξη από το κράτος

Κάποιοι αντιμετωπίζουν με κριτική διάθεση τις “Τράπεζες τροφίμων”. Υποστηρίζουν ότι απλώς απεικονίζουν το πρόβλημα, προβάλλοντας ταυτόχρονα ως μία “εύκολη λύση” για τους ίδιους τους άπορους, αλλά και το κράτος. Οι εθελοντές αντιτείνουν ότι δεν υπάγονται και δεν θέλουν να υπάγονται στο κράτος. Γι αυτό και αντιδρούν όταν οι κοινωνικές υπηρεσίες παραπέμπουν τους ενδιαφερόμενοιυς στις “Τράπεζες”. Γι αυτό η Σαμπίνε Βερτ στο Βερολίνο ξεκαθαρίζει ότι δεν δέχεται οικονομική στήριξη από το κράτος, καθώς προτιμά να διαφυλάξει την ανεξαρτησία της.

Πώς θα εξελιχθούν αυτές οι πρωτοβουλίες σε 30 χρόνια από σήμερα; Η Σαμπίνε Βερτ λέει ότι, πολύ απλά, δεν γνωρίζει. “Ποτέ δεν σκεπτόμουν σε αυτές τις διαστάσεις”, δηλώνει χαρακτηριστικά. “Πριν από 30 χρόνια δεν φανταζόμουν ότι θα είχαμε φτάσει εδώ, που είμαστε τώρα. Αυτή η εθελοντική εργασία επιφυλάσσει κάθε μέρα μία καινούρια έκπληξη…”

Λίζα Χένελ

Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου

capital.gr