Τα ψίχουλα από το τραπέζι της G7 δεν επαρκούν

Στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής της G7 που πραγματοποιήθηκε στη Γερμανία οι ηγέτες των πλουσιότερων χωρών στον κόσμο δεσμεύθηκαν να στηρίξουν την Ουκρανία για “όσο  χρειαστεί”.

Συμφώνησαν σε βραχυπρόθεσμα μέτρα όπως η απαγόρευση των εισαγωγών ρωσικού χρυσού και συζήτησαν αυτό που ο οικοδεσπότης της Συνόδου -ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς- χαρακτήρισε “Σχέδιο Μάρσαλ” για την Ουκρανία, σε μια αναφορά που έφερε μνήμες από την ανοικοδόμηση της Ευρώπης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Θα είναι ένα “έργο που θα ολοκληρωθεί σε μερικές γενιές”, πρόσθεσε ο κ. Σολτς.

Αναμφισβήτητα  η Ουκρανία πρέπει να λάβει αυτήν τη βοήθεια. Ωστόσο, οι ηγέτες της G7 χάνουν τη μεγάλη εικόνα –που είναι τρομακτική. Οι παγκόσμιες τιμές των τροφίμων κινούνταν κοντά σε επίπεδα-ρεκόρ πριν ακόμη εισβάλουν οι Ρώσοι στην Ουκρανία. Οι επιπτώσεις του πολέμου απειλούν πλέον να προκαλέσουν μεγάλης κλίμακας πείνα και δυστυχία.

Εκτός από τις τιμές των τροφίμων, το αργό  ξεπέρασε πρόσφατα τα 120 δολάρια το βαρέλι, το κόστος των λιπασμάτων έχει εκτοξευθεί και τα επιτόκια επίσης. Προσθέστε τα ακραία καιρικά φαινόμενα, τις μη βιώσιμες γεωργικές πρακτικές, το υψηλό δημόσιο χρέος πολλών κρατών, τις παρατεταμένες επιπτώσεις της πανδημίας και άλλων συγκρούσεων που μαίνονται ανά την υφήλιο, και θα διαπιστώσετε πως πάνω από 1 δισ. άνθρωποι ζουν “την τέλεια καταιγίδα μέσα σε μια τέλεια καταιγίδα”, όπως επισήμανε χαρακτηριστικά ο ΟΗΕ. 

Και όμως, τα κράτη-μέλη της G7 δεν δεσμεύθηκαν στο επίπεδο που απαιτείται για την αποτροπή μιας ανθρωπιστικής κρίσης. 

Η Σύνοδος Κορυφής αποφάσισε να διοχετεύσει 4,5 δισ. δολάρια για την επισιτιστική ασφάλεια – λιγότερο, δηλαδή, από το 1/5 του ποσού που χρειάζεται για το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα: μια δέσμευση κατώτερη των περιστάσεων για ένα μπλοκ που αντιπροσωπεύει περίπου το 45% του παγκόσμιου ΑΕΠ.  

Ο κόσμος χρειάζεται ένα “Σχέδιο Μάρσαλ” – και του έβαλαν απλά ένα τσιρότο στην πληγή.

Τα πλούσια κράτη της G7 ήταν εμφανώς ασυντόνιστα με τον υπόλοιπο κόσμο. Οι ηγέτες της Αργεντινής, της Ινδίας, της Ινδονησίας, της Σενεγάλης και της Νότιας Αφρικής προσκλήθηκαν να συζητήσουν θέματα όπως η επισιτιστική κρίση, η κλιματική αλλαγή και υγειονομικά ζητήματα, μα εντέλει μόλις 90 λεπτά –μέσα σε τρεις ημέρες– αφιερώθηκαν σε αυτή την ατζέντα. 

Αντιμετωπίζοντας τις παγκόσμιες πιέσεις για τα τρόφιμα, την ενέργεια και το δημόσιο χρέος ως δευτερεύουσες, σε σύγκριση με τον πόλεμο στην Ουκρανία, η G7 έχασε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να βοηθήσει τους πεινασμένους λαούς της υφηλίου και να διαψεύσει το αφήγημα του Βλαντίμιρ Πούτιν περί φιλελεύθερης παγκόσμιας τάξης που έχει αποδυναμωθεί και αδιαφορεί πλήρως για τους φτωχούς.

Τα πλούσια κράτη ίσως έχουν χάσει ήδη αυτήν τη μάχη στις καρδιές και στο μυαλό των πολιτών.

Πριν από τρεις μήνες, την πρωτοβουλία της Δύσης για ένα ψήφισμα καταδίκης της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία τη στήριξαν 141 κράτη στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Και σε αυτή την περίπτωση, όμως, Κίνα, Ινδία και περίπου η μισή Αφρική απείχαν. Ενώ οι εχθροπραξίες βρίσκονταν σε πλήρη εξέλιξη, η Δύση όλο και δυσκολευόταν να συσπειρώσει την παγκόσμια κοινότητα, με τα επόμενα ψηφίσματα καταδίκης να συγκεντρώνουν λιγότερες ψήφους εν μέρει λόγω της ανησυχίας ότι οι πρόσθετες κυρώσεις ως αντίποινα στη Ρωσία και στον Πούτιν θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν ακόμα μεγαλύτερη οικονομική αστάθεια. Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι αποθεώθηκε στη Δύση, κατά τις παρεμβάσεις του στο αμερικανικό Κογκρέσο και σε πολλά ευρωπαϊκά κοινοβούλια. Όταν, όμως, απευθύνθηκε μέσω βιντεοσκοπημένου μηνύματος στην Αφρικανική Ένωση τον Ιούνιο, μόλις 4 από τους 55 ηγέτες των κρατών-μελών παρακολούθησαν live τον Ουκρανό πρόεδρο.

Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι υποστηρίζουν τη ρωσική εισβολή – αρκετά αφρικανικά κράτη τρέμουν τις εδαφικές διεκδικήσεις των ισχυρών γειτόνων τους. Ούτε σημαίνει ότι συγκροτούν ενιαία μέτωπο. Οι ανησυχίες στον παγκόσμιο Νότο ποικίλλουν – πρόκειται για ένα πολύπλοκο παζλ. Φοβούνται μην παρασυρθούν σε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο, οργίζονται με τον ανεπτυγμένο κόσμο που απέτυχε να τηρήσει τις υποσχέσεις του για τα εμβόλια, την ελάφρυνση χρέους και τα κονδύλια για την κλιματική κρίση. Θυμώνουν που η Δύση εφαρμόζει “δύο μέτρα και δύο σταθμά”; από τη μια ζητά παγκόσμια δράση για τον πόλεμο στην Ουκρανία και από την άλλη αποπροσανατολίζει την κοινή γνώμη από τα δεινά άλλων κρατών. 

Κι όμως: αυτό το δυτικό σύστημα που προκαλεί δυσαρέσκεια στον Νότο παγκοσμίως θα μπορούσε να προσφέρει τις λύσεις που οι αναπτυσσόμενες χώρες αναζητούν απεγνωσμένα. Υπό το πρίσμα της μειωμένης προσφοράς, τουλάχιστον 23 κράτη έχουν επιβάλει απαγορεύσεις στις εξαγωγές τροφίμων, πρακτική που έχει αυξήσει τις τιμές. Η G7 κάλεσε τα κράτη να αποφύγουν την υπερβολική αποθήκευση τροφίμων. Θα μπορούσε, όμως, να δεσμευτεί πως θα ασκήσει συντονισμένη πίεση στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου για τη λήψη μέτρων που θα κρατήσουν ανοιχτές τις εξαγωγικές αγορές.

Δεν είναι όμως μόνο η έλλειψη τροφίμων. Το 65% των φτωχότερων κρατών αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα δημόσιου χρέους. Η G7 θα μπορούσε να  ανακοινώσει ότι θα καταβάλλει προσπάθειες να πείσει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να αναστείλει τις αποπληρωμές χρεών, να άρει τα όρια δανεισμού και να επιταχύνει τη χορήγηση νέων δανείων για να βοηθήσει τις χώρες να εισαγάγουν  τρόφιμα και ενέργεια.

H G7 συμφώνησε να εξετάσει το ενδεχόμενο επιβολής πλαφόν στις τιμές του ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου για να περιορίσουν τις πληθωριστικές πιέσεις και να μειώσουν τη “χρηματοδότηση” του πολέμου που διεξάγει ο Πούτιν στην Ουκρανία. Το εγχείρημα αυτό ίσως προσκρούει σε πολιτικές και τεχνικές δυσκολίες, αλλά αξίζει να εξεταστεί, όπως και η διεύρυνση της προσφοράς ενέργειας από άλλες πηγές.

Φυσικά, το πιο κρίσιμο μακροπρόθεσμο βήμα στα ενεργειακά είναι η μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές. Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει την επισιτιστική ασφάλεια, επειδή οι μετεωρολογικές μεταβολές –με αντίκτυπο και στις συνθήκες του έδαφος– μπορούν να περιορίσουν την ικανότητα μιας χώρας σε καλλιέργειες. Ο πόλεμος στην Ουκρανία αποκάλυψε επίσης τους κινδύνους από την εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, γεγονός που ευνοεί ηγέτες όπως ο Βλ. Πούτιν.

Τα σχέδια για ενεργειακή μετάβαση ενός από τους σκεπτικιστές της Δύσης, της Νότιας Αφρικής, δείχνουν και το μέγεθος της πρόκλησης. Η χρηματοδότηση θα προέλθει από ένα μείγμα δημόσιων και ιδιωτικών κεφαλαίων. Αλλά η μετάβαση από τον άνθρακα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα στοιχίσει περίπου 250 δισ. δολάρια τις επόμενες τρεις δεκαετίες: περίπου το 3% του ΑΕΠ της Νότιας Αφρικής.

Αυτή η σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα θα μπορούσε να εφαρμοστεί και σε άλλες μεγάλες οικονομίες όπως η Ινδία, η Ινδονησία και το Βιετνάμ. Αλλά αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να συγκεντρωθούν κεφάλαια της κλίμακας ενός “Σχεδίου Μάρσαλ”, στο οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεισέφεραν περίπου το 2% του ΑΕΠ τους για να συνδράμουν στην ανοικοδόμηση της Ευρώπης.

Οι δυτικές χώρες και τα θεσμικά όργανα πρέπει να προσελκύσουν την ίδια πολιτική βούληση για να δείξουν ότι μπορούν να ανταποκριθούν δυναμικά και να βοηθήσουν τις χώρες που απειλούνται. Και επιπλέον, για να αποδείξουν ότι η  φιλελεύθερη διεθνής τάξη παραμένει μια θετική παγκόσμια δύναμη. Η G7 έχασε μια ευκαιρία στη Γερμανία. Αλλά ποτέ δεν είναι αργά.

πηγή:capital.gr