Τι προέκυψε από τη συνομιλία Μπάιντεν – Πούτιν για την Ουκρανία

Του Κώστα Ράπτη

“Εποικοδομητική και επαγγελματική”. Έτσι περιέγραψε την τηλεφωνική συνομιλία που είχαν το Σάββατο οι Τζο Μπάιντεν και Βλαντίμιρ Πούτιν ο βοηθός του Ρώσου προέδρου, Γιούρι Ουσακόφ, ενώ παραπλήσιους χαρακτηρισμούς χρησιμοποίησε και μη κατονομαζόμενο στέλεχος του Λευκού Οίκου που προέβη σε εμπιστευτική ενημέρωση δημοσιογράφων. Όλα αυτά σε προφανή δυσαρμονία με τον διεθνή συναγερμό που προκάλεσαν από την προηγούμενη εβδομάδα οι δηλώσεις του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ Τζέικ Σάλιβαν ότι η θρυλούμενη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία πιθανότητα θα πραγματοποιηθεί πριν από την λήξη των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Κρεμλίνου στις 20 του μηνός.

Το κλίμα του συναγερμού (το οποίο η Μόσχα χαρακτηρίζει ενορχηστρωμένη υστερία, επιμένοντας ότι δεν έχει πρόθεση εισβολής στην Ουκρανία) επέτεινε η συνεχιζόμενη αποχώρηση του μη αναγκαίου διπλωματικού προσωπικού δυτικών χωρών από το Κίεβο, αλλά και η απόσυρση των Αμερικανών και Βρετανών παρατηρητών από την αποστολή του ΟΑΣΕ στη γραμμή αντιπαράταξης στην ανατολική Ουκρανία.Remaining Time-0:00FullscreenMute

Η συνδιάλεξη Μπάιντεν-Πούτιν διήρκεσε λίγο περισσότερο από μία ώρα και ενώ ήταν προγραμματισμένη για σήμερα Δευτέρα, αλλά επισπεύσθηκε στο φόντο αυτής της βαριάς ατμόσφαιρας. Και ενώ το σχετικό επίσημο ανακοινωθέν του Λευκού Οίκου αφήνει την εντύπωση ότι στη συζήτηση κυριάρχησε η απειλή λήψης σαρωτικών κυρώσεων σε περίπτωση στρατιωτικής προώθησης της Ρωσίας, ο Ουσακόφ δίνει μια πιο σύνθετη εικόνα. Όπως ανέφερε, το ζήτημα των κυρώσεων ηγέρθη, όπως ήταν αναμενόμενο, αλλά το πλείστο της συζήτησης αφιερώθηκε αλλού. Κατά την εκδοχή του Κρεμλίνου, ο μεν Πούτιν συνόψισε όλο το χρονικό των σχέσεων ΝΑΤΟ-Ρωσίας από τη δεκαετία του ’90 και εξής, ενώ ο Αμερικανός πρόεδρος προχώρησε σε προτάσεις για την αποκλιμάκωση της έντασης μεταξύ των δύο πλευρών. Σύμφωνα με τον Ουσακόφ, οι προτάσεις αυτές εν πολλοίς “επικαλύπτονται” (άρα δεν ταυτίζονται πλήρως) με τις γραπτές απαντήσεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στα δύο σχέδια διεθνών συνθηκών που επέδωσε η Μόσχα στα μέσα Δεκεμβρίου, υπό τύπον οιονεί τελεσιγράφου, και οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στην βασική ρωσική αξίωση για παροχή δεσμευτικών εγγυήσεων ασφαλείας προς τη Ρωσία (βασικά τη μη ένταξη της Ουκρανίας στην Ατλαντική Συμμαχία και την απομάκρυνση του επιθετικού οπλισμού από περιοχές κοντά στα ρωσικά σύνορα). Οι προτάσεις Μπάιντεν αναφέρθηκε ότι πρόκειται να μελετηθούν, μαζί με τις γραπτές απαντήσεις των οποίων η διυπουργική αξιολόγηση από ρωσικής πλευράς έχει ουσιαστικά ολοκληρωθεί.

Αποκομίζει κανείς την εντύπωση ότι εν μέσω της πολεμικής ρητορικής η διπλωματία δεν έχει εξαντλήσει τις δυνατότητές της και ότι ο Μπάιντεν κατέθεσε κάτι το νέο, το οποίο, όσο και αν δεν καλύπτει τις ρωσικές επιδιώξεις, δεν μπορεί και να αγνοηθεί. Άλλωστε, οι δύο ηγέτες συμφώνησαν να συνεχισθεί ο διάλογος σε υπηρεσιακό επίπεδο.

Το ότι στο ανακοινωθέν που εξέδωσε ο Λευκός Οίκος για την αντίστοιχη ομιλία που είχε ακολούθως ο Μπάιντεν με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι δεν παρουσιάζει τη “ρωσική εισβολή” ως “επικείμενη” υποδεικνύει επίσης ένα χαμήλωμα των τόνων σε σχέση με τις δηλώσεις Σάλιβαν.

Δεν θα μπορούσε να είναι και διαφορετικά, καθώς το ίδιο το Κίεβο αισθάνεται όλο και πιο άβολα σε σχέση με αυτή την ρητορική, αν μη τι άλλο διότι πλήττει την ουκρανική οικονομία, ενώ ο Ουκρανός υπουργός Εξωτερικών Ντμίτρο Κουλέμπα έκανε γνωστό ότι η “πυρηνική επιλογή” μεταξύ των εξεταζόμενων κυρώσεων, ήτοι η α λα ιρανικά αποβολή της Ρωσίας από το διεθνές σύστημα πληρωμών Swift έχει τεθεί εκτός συζήτησης, λόγω των αντιρρήσεων ορισμένων ευρωπαϊκών κρατών.

Σύμφωνα, μάλιστα, με έρευνα της JPMorgan, μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων των UniCredit, RBI, Société Générale και ING έχουν μεγάλη έκθεση σε ρωσικό χρέος και κινδυνεύουν να χάσουν δισεκατομμύρια σε περίπτωση αποβολής της Ρωσίας από το Swift.

Μια περίπλοκη και ριψοκίνδυνη “χορογραφία” μοιάζει να εκτυλίσσεται με αμφότερους τους Μπάιντεν και Πούτιν να αναζητούν οδό διαφυγής από τη δύσκολη θέση στην οποία φέρνει τον μεν πρώτο η πίεση των “ιεράκων” στο εσωτερικό του, τον δε δεύτερο η αυτοδέσμευσή του σε μία επιθετική στάση, την οποία δεν μπορεί να υποστείλει ευπροσώπως, αν δεν είναι σε θέση να επικαλεστεί μια ορισμένη διπλωματική νίκη. Η διόγκωση του κλίματος έκτακτης ανάγκης μπορεί να τους διευκολύνει στην αποδοχή, ενόψει των τεραστίων ρίσκων που προκύπτουν, ορισμένων συνετών συμβιβασμών. Μπορεί όμως και να αποκτήσει δική της ζωή, κάνοντας τα ρίσκα πραγματικότητα.

capital.gr