Την ώρα που η ΕΚΤ ανακοίνωνε την αλλαγή του στόχου για τον πληθωρισμό που συνεπάγεται διατήρηση των χαλαρών μέτρων νομισματικής πολιτικής για τουλάχιστον μία διετία, ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Πέερ Στάινμπρουκ, έστελνε μήνυμα λιτότητας από την… Αθήνα.
Μιλώντας στο συνέδριο του Economist, παρουσία μάλιστα του Έλληνα υπουργού Οικονομικών, Χρήστου Σταϊκούρα, ο Στάινμπρουκ ούτε λίγο ούτε πολύ είπε ότι η Γερμανία, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογών του Σεπτεμβρίου και την αποχώρηση της Άνγκελα Μέρκελ, αποκλείεται να συμφωνήσει σε δραστικές αλλαγές, όπως η αναθεώρηση του Δημοσιονομικού Συμφώνου και η μονιμοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης.
Τι ακριβώς σημαίνει αυτό; Αν δεν υπάρξει πανευρωπαϊκή συμφωνία για την αλλαγή του Δημοσιονομικού Συμφώνου, δεν θα γίνει καμία αναπροσαρμογή των δημοσιονομικών κανόνων και εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, από το 2023 και μετά, θα ισχύσουν εκ νέου οι κανόνες του 60% του ΑΕΠ για το δημόσιο χρέος και του 3% για το έλλειμμα. Κατά συνέπεια, αρκετές χώρες της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων, η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία θα κληθούν να επιστρέψουν σε σφικτές πολιτικές.
Είναι ενδεικτικό ότι σήμερα που μιλάμε 7 χώρες της Ευρωζώνης εμφανίζουν χρέος πάνω από 100% του ΑΕΠ. Η χρέος της Ελλάδας ξεπερνάει το 200% του ΑΕΠ, της Ιταλίας το 160%, της Πορτογαλίας το 130%, Γαλλία, Ισπανία και Κύπρος είναι κοντά στο 120% και το Βέλγιο λίγο πάνω από 110%.
Γίνεται αντιληπτό ότι καμία από αυτές τις χώρες δεν προλαβαίνει να πατήσει τόσο απότομα δημοσιονομικό φρένο, ώστε να ρίξει το χρέος σε πιο αποδεκτά επίπεδα έως το τέλος του 2022. Στο μεταξύ, οι περισσότεροι αναλυτές υποστηρίζουν ότι γενικοί δημοσιονομικοί κανόνες τέτοιου τύπου δεν είναι πλέον βιώσιμοι και ότι θα πρέπει να εφαρμοστεί ένα νέο σύστημα στη νέα κανονικότητα μετά την πανδημία.
Σε μία συγκυρία όπου η ρευστότητα για την οικονομία είναι κάτι περισσότερο από απαραίτητο οξυγόνο, τα σφιγμένα δημοσιονομικά λουριά, μέσω της επιστροφής σε αυστηρούς όρους, μπορεί να εμποδίσουν την ανάκαμψη και να χαθεί πολύτιμος χρόνος. Τι πρέπει λοιπόν να περιμένουμε;
Ο Μάριο Ντράγκι προσπαθεί ήδη να σχηματίσει ένα ισχυρό λόμπι χωρών του Νότου, ζητώντας την de facto αναθεώρηση των κανόνων, με το επιχείρημα ότι είναι παρωχημένοι και επομένως δεν μπορούν να ισχύσουν με τη μορφή που είχαν πριν την πανδημική κρίση. Οι δημοσιονομικοί κανόνες ήταν και πριν την πανδημική κρίση ανεπαρκείς πόσω μάλλον για μία οικονομία που βγαίνει από μία τέτοια κρίση, τονίζει σε κάθε ευκαιρία ο Ιταλός πρωθυπουργός.
Οικονομολόγοι από την Ιταλία, τη Γαλλία, την Ελλάδα, την Πολωνία και πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης τάσσονται υπέρ μιας γενναίας αναπροσαρμογής ενώ κάποιοι ζητούν ριζική αναθεώρηση. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας θα πρέπει να εστιάσει στη βιωσιμότητα του χρέους και όχι σε αυτό καθεαυτό το ύψος του ως προς το ΑΕΠ. Μία πρόταση είναι να οριστεί 5ετής στόχος χρέους ο οποίος θα παρακολουθείται από την Κομισιόν και από ένα νέο ανεξάρτητο φορέα που θα παίζει το ρόλο ευρωπαϊκού «ΔΝΤ». Οι χώρες-μέλη, από την πλευρά τους, θα πρέπει να συνδέουν τις δαπάνες τους με τους ρυθμούς ανάπτυξης που επιτυγχάνουν.
Όμως, αν λάβουμε υπόψη τα λόγια του κ. Στάινμπρουκ, η Γερμανία δεν σηκώνει κουβέντα και επιμένει σε σκληρές πολιτικές. Δεν πρόκειται να γίνει δεκτή από τη νέα κυβέρνηση της Γερμανίας, όποια και αν είναι η σύνθεσή της, καμία αλλαγή στο Δημοσιονομικό Σύμφωνο, είπε ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Μέρκελ.
Μία νέα γενιά οικονομολόγων απαντά ότι οι δημοσιονομικοί κανόνες δεν είναι νόμοι της φύσης και μπορούν και πρέπει να αλλάξουν. Το βασικό μήνυμα που στέλνουν είναι ότι θα είναι καταστροφικό για την Ευρώπη να επιστρέψει σε πολιτικές λιτότητας, οι οποίες αποδείχθηκε ότι δεν έφεραν τα επιθυμητά αποτελέσματα και οδήγησαν την ευρωπαϊκή οικονομία σε διπλή ύφεση.
Το όπλο των επενδύσεων είναι εδώ, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και γι’ αυτό οι κανόνες πρέπει να αλλάξουν για να δώσουν δημοσιονομικό χώρο σε αυτές τις επενδύσεις. Ταυτόχρονα, βέβαια, θα πρέπει να εφαρμοστεί ένα πλαίσιο αποτελεσματικών κανόνων για τις δαπάνες. Και πάλι, όμως, το Βερολίνο αρνείται κάθε συζήτηση για συνέχιση, πόσω μάλλον για μονιμοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης.
Ο κίνδυνος από τη στάση της Γερμανίας είναι μεγάλος. Όταν θα ισχύσουν εκ νέου οι δημοσιονομικοί κανόνες που σήμερα έχουν ανασταλεί, είναι πολύ πιθανό να προκαλέσουν πρόωρη μια βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή, ακριβώς επειδή είναι ανεπαρκείς από τη φύση τους, όπως επιμένει ο Ντράγκι. Για να αποτραπεί μια νέα ύφεση θα πρέπει το διάστημα έως το τέλος του 2022 να αξιοποιηθεί όχι σε κόντρες μεταξύ Βορρά και Νότου, αλλά σε γόνιμο διάλογο με στόχο την αλλαγή του Συμφώνου.
Πηγή: liberal.gr